the girl with the dragon tattoo

the girl with the dragon tattoo
Yes, I have a dragon tattoo as well

Δευτέρα 1 Μαρτίου 2010

Carey Mulligan: Στα ίχνη της Audrey Hepburn


Έγραψε πάλι η art.em.is.free@gmail.com


Με μόλις 5 χρόνια εμπειρίας στη δουλειά του ηθοποιού, η νεαρή Βρετανή Carey Mulligan κέρδισε το Hollywood και μια υποψηφιότητα στα Όσκαρ για τον Α’ γυναικείο ρόλο στην ταινία της Lone Scherfig “An Education” (2009) – στα ελληνικά: «Μια κάποια εκπαίδευση». Η 25χρονη Carey «τρέχει» αυτή τη χρονιά απέναντι στα ιερά τέρατα Meryl Streep [“Julie & Julia” (2009)] και Helen Mirren [“The Last Station” (2009)]. Φέτος ο ανταγωνισμός κορυφώνεται με φαβορί την Sandra Bullock [“The Blind Side” (2009)]. Η Carey καθώς και η Gabourey Sidibe [“Precious” (2009]), αν και αντικειμενικά δυνατές υποψηφιότητες, θεωρούνται μάλλον τα outsider. Το κείμενο αυτό γράφεται το Φεβρουάριο. Άγνωστες μέχρι τις αρχές Μαρτίου οι βουλές του θείου Όσκαρ, καθώς σε αυτήν την κούρσα είναι γνωστό ότι δεν βραβεύεται πάντα ο πιο ικανός αλλά πολλές φορές εκείνος στον οποίο η Ακαδημία νιώθει ότι «του το χρωστάει».

Αν και η νεαρή ηθοποιός γοήτευσε παραδίδοντας μια φρέσκια, φαινομενικά αβίαστη performance στο ρόλο της Jenny, μιας νεαρής κοπέλας που ερωτεύεται έναν πολύ μεγαλύτερό της σε ηλικία άντρα (ο Peter Sarsgaard στο ρόλο του David), είναι κατά την προσωπική μου άποψη πολύ νωρίς για να την ανακηρύξουμε «την επόμενη Audrey Hepburn» όπως ενθουσιωδώς έχει ήδη κυκλοφορήσει στον διεθνή τύπο. Το ενδιαφέρον δεν είναι αδικαιολόγητο, αφενός μεν διότι η παρουσία της Carey και στην μεγάλη οθόνη και στο Broadway συνεργεί ως προς το γεγονός ότι η καλλιτεχνική κοινότητα έχει ένα σημαντικό νέο ταλέντο στα χέρια της, αφετέρου δε διότι το ενδιαφέρον αναζωπυρώνουν οι φήμες για ένα remake του «My Fair Lady» με την Carey στον ρόλο της Eliza Doolittle, και τον Colin Firth στο ρόλο του Professor Higgins. Στο μεταξύ τις tabloids απασχολεί η σχέση της με τον νεαρό σταρ Shia LaBeouf.

Το ξαφνικό ενδιαφέρον για την μικρή ενζενί και τις ικανότητές της στο παλκοσένικο ντύνουν οι προσφορές ρόλων που πέφτουν σαν βροχή: για φέτος είναι προγραμματισμένη να εμφανιστεί σε τέσσερις ταινίες, μια εκ των οποίων είναι το sequel του Oliver StoneWall Street 2: Money Never Sleeps” (2010) δίπλα στον Michael Douglas. «Ο Όλιβερ είναι φοβερός» λέει η Carey γελώντας. «Είδε το ‘Μια κάποια Εκπαίδευση’ και μου τηλεφώνησε και μου πρόσφερε το ρόλο στο ‘Wall Street’ την ώρα που καθόμουν κι έτρωγα sushi. Ήταν το πιο τρελό τηλεφώνημα που έλαβα στην ζωή μου». Φέτος θα την δούμε επίσης στο Never Let Me Go” (2010), ταινία βασισμένη στο μυθιστόρημα του Kazuo Ishiguro με συμπρωταγωνήστρια την Keira Knightley- βλ. και “Pride and Prejudice” (2005), φιλμ το οποίο οδήγησε στη φιλία τους και ήταν και το ντεμπούτο της Carey στον κινηματογράφο.

Η ειρωνία που διαπερνά την μέχρι τώρα καριέρα της Carey είναι ότι οι γονείς της ήταν αντίθετοι στις φιλοδοξίες της να γίνει ηθοποιός- όπως ακριβώς και οι γονείς της Jenny στο «An Education», που ανησηχούσαν για το μέλλον της κόρης τους και ήθελαν πάνω απ’ όλα… μια καλή εκπαίδευση: «Οι γονείς μου ήταν εντελώς εναντίον. Ήθελαν να πάω σε ένα πανεπιστήμιο. Δεν γνώριζαν κανέναν ηθοποιό - κανείς στην οικογένειά μου δεν ήταν ηθοποιός. Ήταν φοβισμένοι». Η Carey γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 28 Μαϊου 1985. Σύμφωνα με τις περιγραφές της ίδιας, ήταν η αποφασιστικότητά της να μην ακολουθήσει τους συμμαθητές της στο πανεπιστήμιο και μια επιστολή προς τον βραβευμένο με Όσκαρ σεναριογράφο Julian Fellowes που την οδήγησαν στο μονοπάτι του ηθοποιού.

Ο (βραβευμένος για το “Gosford Park”) Julian Fellowes επισκέφθηκε το σχολείο της Carey για μια ομιλία. Εκείνη τον τρέλανε στις ερωτήσεις μετά την παρουσίαση, και κατόπιν δεν παρέλειψε να του γράψει για το ενδιαφέρον της να γίνει ηθοποιός. Εκείνος ενδίδοντας στην πίεση την προσκάλεσε σε ένα γεύμα με έναν φίλο του που έκανε το casting για νέους στην ταινία του Joe Wright «Pride and Prejudice». Αυτή ήταν και η αρχή της καριέρας της Carey, στο ρόλο της Kitty, της μικρής αδελφής της Elizabeth Bennet. Η μόνη «προϋπηρεσία» που είχε μέχρι τότε η Carey ήταν η συμμετοχή της σε σχολικές θεατρικές παραστάσεις: στο γερμανικό International School του Dusseldorf, και στο Woldingham School στο Λονδίνο, όπου ήταν επικεφαλής του θεατρικού και έπαιξε σε παραστάσεις όπως το “Sweet Charity”. Ο Julian Fellowes δεν ήταν ο μόνος επαγγελματίας που προσέγγισε η Carey, ζητώντας συμβουλές και καθοδήγηση. Έφτασε μέχρι και τον Kenneth Branagh. Τελικά η επιμονή της επιβραβεύτηκε. «Πάντα ήθελα να γίνω ηθοποιός» λέει η ίδια. «Δεν υπήρχε τίποτα άλλο που να ήθελα να κάνω – και όσο ήμουν στην εφηβεία η ιδέα του να παίξω μιούζικαλ στο θέατρο μου είχε γίνει έμμονη ιδέα. Κυκλοφορούσα για δυο χρόνια περίπου φορώντας ένα t-shirt των “Άθλιων”».

Η Carey Mulligan ξεκίνησε μετά το “Pride and Prejudice” να χτίζει την καριέρα της με διάφορους μικρούς ρόλους στην τηλεόραση και στο θέατρο. Αυτή δεν ήταν η μοναδική φορά που έπαιξε σε μεταφορά έργου της Jane Austen, καθώς συμμετείχε και στο τηλεοπτικό «Northanger Abbey» (2007). Οι πιο σημαντικές τηλεοπτικές της εμφανίσεις ήταν ως Ada Clare στην τηλεοπτική σειρά του BBCBleak House” (2005), μια μεταφορά του έργου του Charles Dickens, για το οποίο κέρδισε μια υποψηφιότητα ως Best Supporting Actress στα βραβεία OFTA (Online Film & Television Association) το 2006, την ίδια χρονιά ως κόρη του πρωταγωνιστή, στη σειρά “The Amazing Mrs. Pritchard”(2006), και μια χρονιά αργότερα, ως αδελφή του Daniel Radcliffe στο My Boy Jack”, μια αληθινή ιστορία βασισμένη στη ζωή του συγγραφέα Rudyard Kipling. Οι κινηματογραφικοί της ρόλοι περιορίζονται στα “Public Enemies” (2009), Brothers (2009) και The Greatest (2009). Στην πρώτη ταινία, σε σκηνοθεσία του Michael Mann, είχε ένα ρολάκι ως πόρνη. Στο δεύτερο φιλμ, σε σκηνοθεσία Jim Sheridan, είχε έναν κάπως πιο σημαντικό ρόλο δίπλα στους Jake Gyllenhaal, Natalie Portman, και Tobey Maguire, και τέλος στο «The Greatest» δούλεψε δίπλα στους Suzan Sarandon και Pierce Brosnan.


Στο θέατρο, η Carey Mulligan διέπρεψε στο ρόλο της Νίνα, στην παραγωγή του Royal Court του έργου του Anton ChekhovThe Seagull” (2007) δίπλα στην Kristin Scott Thomas (ως Arkadina) και τον Chiwetel Ejiofor (ως Trigorin). Η «Daily Telegraph» χαρακτήρισε την απόδοσή της ως «ασυνήθιστα ακτινοβολούσα», ο «Observer» ως «σχεδόν αφόρητα συγκινητική» και η «The Independent» ως «εξαίσια». Όταν το θεατρικό μετακόμισε στο Broadway το 2008, η Carey βρέθηκε ξαφνικά να ζει το όνειρο των παιδικών της χρόνων. Ήταν αυτό που πίστευε ότι της άξιζε- πόσο μάλλον όταν οι κριτικοί συμφωνούν: άλλη μια υποψηφιότητα περίμενε την Carey το 2009. Επρόκειτο για το βραβείο «Drama Desk» το οποίο τελικά κέρδισε η Angela Lansbury. Σε μια συνέντευξη της Mulligan στο ‘The Hollywood Reporter’ η Carey Mulligan αναγνώρισε ότι η μητέρα της ήταν καθοριστική επιρροή στη διαμόρφωση του ενδιαφέροντός για το θέατρο, καθώς από τα 14 της πήγαινε μαζί της σε θεατρικές παραστάσεις του Broadway.

Μετά το «The Seagull» το Hollywood άρχισε να παίρνει την Carey Mulligan στα σοβαρά. Ο ρόλος της στο «Μια κάποια εκπαίδευση» ήταν φυσικά ο καταλύτης που καθιέρωσε την Carey Mulligan ως celebrity πρώτου βαθμού. Η ταινία βασίζεται στα απομνημονεύματα της Δημοσιογράφου Lynn Barber, σε σενάριο Nick Hornby (“About a Boy”, “High Fidelity”) και σκηνοθεσία της Lone Scherfig, από τη Δανία, η οποία μας έχει δώσει το “Wilbur wants to kill himself” (2002) με τον Jamie Sives ως Wilbur. Ο συμπρωταγωνιστής της Carey στο «Μια κάποια εκπαίδευση», Peter Sarsgaard είχε επίσης δουλέψει με την Carey στο ανέβασμα του “The Seagull” στη Νέα Υόρκη, στο ρόλο του Trigorin, του εραστή της Νίνα.

Τοποθετημένο στο Λονδίνο της δεκαετίας του ’60, το φιλμ διηγείται την ιστορία της Jenny, μιας δεκαεξάχρονης αριστούχας μαθήτριας η οποία φοιτεί σε ένα ιδιωτικό προπαρασκευαστικό σχολείο Θηλέων για την Αγγλική ελίτ, και έχει ως στόχο να περάσει στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Η γνωριμία της με τον David, έναν αβρό businessman που έχει τα διπλάσιά της χρόνια την αποσπά από τις σπουδές της – και δυστυχώς για την ίδια, επανακαθορίζει τους στόχους της. «Σίγουρα δεν είμαι η Jenny, ήταν πολύ πιο γενναία από μένα» έχει δηλώσει σχετικά, περιγράφοντας την αντίδρασή της σε ένα παρόμοιο περιστατικό, την περίοδο που εργαζόταν σε μια pub: «υπήρχαν μεγαλύτεροι άντρες σε ηλικία οι οποίοι έρχονταν συχνά. Ένας τύπος είχε μια Φερράρι, και ένα βράδυ, όταν του έδωσα τον λογαριασμό, το υπέγραψε με τη λέξη “Δείπνο;”. Φρίκαρα».

Μετά την πρεμιέρα του στο Sundance Film Festival, το «Μια κάποια εκπαίδευση» σύστησε πάραυτα την όμορφη μελαχροινή κοπέλα στο υπόλοιπο κινηματογραφικό κοινό. Ήταν μια ταινία καριέρας για την Βρετανή ηθοποιό που ξεχώριζε μέσα από μια θάλασσα ξανθών στάρλετ εξαιτίας του ακατέργαστου ταλέντου της και του αθώου, ρετρό, sexy look που την έκανε να μοιάζει ελαφρώς με τις καλλονές τύπου Mia Farrow. H Mulligan κέρδισε τους κριτικούς χωρίς κόπο, καθώς όλοι ανταποκρίθηκαν στην ειλικρινή της απεικόνιση μιας κοπέλας που το πάθος της για ζωή τελικά την οδηγεί σε μια δυσάρεστη «αφύπνιση» -καθώς συνειδητοποιεί πόσο ψεύτης μπορεί να είναι ο έρωτας και πόσο πεζή μπορεί να γίνει η πραγματικότητα. Όπως ήταν αναμενόμενο, η Mulligan βρέθηκε με μια συλλογή υποψηφιοτήτων για βραβεία: τα Independent Spirit, Golden Globe και Screen Actors Guild.

Παρά τη σχέση της με τον σταρ του Hollywood Shia LaBeouf, συμπρωταγωνιστή της στο «Wall Street 2», έχουν κρατήσει το δεσμό τους σε χαμηλούς τόνους, ακόμη κι αν οι παραράτσι τους κυνηγούν από παντού. «Περίεργος όρος» έχει χαρακτηρίσει την διασημότητα η προσγειωμένη Carey, συνηθισμένη στην ζωή σε ξενοδοχεία καθώς ο πατέρας της ήταν manager στην αλυσίδα των Intercontinental «αλλά η ζωή μου δεν έχει στ’ αλήθεια αλλάξει. Νομίζω ότι η επιτυχία του φιλμ στο Sundance μου έδωσε ευκαιρίες που πιθανότατα να μην είχα αλλιώς, επομένως συνάντησα ανθρώπους που αλλιώς δεν θα τους συναντούσα, και είχα πρόσβαση σε σενάρια που δεν θα είχα πριν, αλλά αυτές είναι οι μόνες πραγματικές αλλαγές».

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Libre (Μάρτιος 2010)